Άγιος βίος

αγιος μυρων

Ο Άγιος Μύρων καταγόταν από την περιοχή της Κορίνθου, από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια. Σε μικρή ηλικία έγινε ιερέας. Εκεί, στρατιωτικός διοικητής των Ρωμαίων ήταν ένας φανατικός εχθρός των Χριστιανών, ο Αντίπατρος.Τα Χριστούγεννα πήγε στο ναό κατά την διάρκεια της λειτουργείας για να συλλάβει τον Άγιο Μύρωνα που ετελούσε εκείνη τη στιγμή την λειτουργία. Ο άγιος Μύρωνας Αντίπατρο αποκάλεσαι τον Αντίπατρο, «λύκον άρπαγα». Ο Αντίπατρος τον συνέλαβε, τον οδήγησε στη φυλακή και τον κρέμασε ψηλά από τα χέρια, ενώ οι Ρωμαίοι στρατιώτες τον έβριζαν. Στη φυλακή ο άγιος Μύρων υπέστη βασανιστήρια και κατόπιν εστάλη στην πόλη Κύζικο, όπου ο εκεί Ανθύπατος τον αποκεφάλισε. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Αυγούστου και είναι πολιούχος των Αντικυθήρων.
Ημέρα Εορτασμού: 
17 August
Γεννήθηκε: 
;
Πέθανε: 
250 μ. χ
Γένος: 
Άνδρας
Ιδιότητα: 
Πολιούχος: 
Άγιος Μύρων

Ο Άγιος Μύρων μαρτύρησε όταν αυτοκράτωρ ήταν ο Δέκιος, το 250 μ.Χ. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια, αλλά η αγάπη προς το Χριστό, έκανε το Μύρωνα να χειροτονηθεί Ιερέας. Κάποτε, ο έπαρχος Αχαΐας Αντίπατρος πήγε στον τόπο όπου λειτουργούσε ο Μύρων και συνέλαβε πολλούς χριστιανούς. Για να εκβιάσει λοιπόν το Μύρωνα, να αλλαξοπιστήσει, έφερε μπροστά του το ποίμνιο του και του είπε ότι, αν αυτός αρνηθεί το Χριστό, θα τους αφήσει όλους ελεύθερους. Ο Μύρων χαμογέλασε και απάντησε:
- Ας δώσουν οι ίδιοι απάντηση.
Όλοι μαζί φώναξαν: Όχι.
Ο έπαρχος, εξοργισμένος από την απάντηση, αφού βασάνισε με φρικτό τρόπο το Μύρωνα, τελικά τον αποκεφάλισε.

Υμνολογία

Απολυτίκιο: 

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖον ἀλάβαστρον, τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, πιστῶς Ἱεράτευσας, τὴ Ἐκκλησία Χριστοῦ, καὶ χαίρων ἐνήθλησας, ὅθεν τὴ εὐωδία, τῶν ἐν σοῖ χαρισμάτων, Μύρων Ἱερομάρτυς, τῶν παθῶν τὸ δυσῶδες, ἀπέλασαν ἀνενδότως, ἐκ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Κοντάκιο: 

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐκ βρέφους Χριστόν, ποθήσας παναοίδιμε, καὶ τούτου τηρῶν, τὰ θεῖα παραγγέλματα, πρὸς αὐτὸν ἀνέδραμες, ὁλοκλήρως Μύρων καὶ κατέπαυσας, σὺν Ἀγγέλοις δοξάζων αὐτόν, αἰτούμενος πᾶσι θείαν ἄφεσιν.

Κάθισμα: 

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μυριπνόοις ᾄσμασι, καὶ ὑμνῳδίαις, συνελθόντες στέψωμεν, τὸν ἱερόαθλον πιστοί, Μύρωνα πάντες τὸν ἔνδοξον, ῥῶσιν διδόντα, παντοίων κακώσεων.

Ὁ Οἶκος: 

Τὸν ἐκ κοιλίας ἡγιασμένον ἀνυμνήσωμεν πάντες, ὡς εὐῶδες Χριστοῦ μύρον παναληθέστατον· ὄντως γὰρ τοῖς προσιοῦσιν ἐν πίστει θερμῇ, τὰς ἰάσεις παρέχει τῶν νοσημάτων· τῇ γὰρ ἀγάπῃ τοῦ Κτίστου πυρούμενος, συμπάσχει τοῖς ἐν ἀνάγκαις, καὶ λυτροῦται δεινῶν ὁ πανόλβιος, μυρίζων πάντας τῇ χάριτι, τῇ δοθείσῃ αὐτῷ ἐκ τοῦ Πνεύματος, αἰτούμενος πᾶσι θείαν ἄφεσιν.