Άγιος βίος

αγιος νεκταριος

Ο Άγιος Νεκτάριος είναι, από τους κατοίκους του νησιού της Αίγινας, εν ζωή Άγιος.Μετά την κοίμησή του και ενώ μεταφερόταν στην τελευταία του κατοικία οι άνθρωποι που τον μετέφεραν έλεγαν ότι δεν είχε βάρος, ενώ το μέτωπό του ανάβλυζε μύρο. Το μεγαλύτερο μυστήριο είναι ότι το λείψανο του Αγίου παρά τις 3 ταφές και εκταφές παρέμεινε αναλλοίωτο για περισσότερο από 30 χρόνια. Το λείψανό του πρώτη φορά εξετάφη 3 έτη μετά την κοίμησή του και αυτό που συνέβη ήταν απίστευτο. Ο Άγιος Νεκτάριος ήταν πολυγραφότατος και λόγιος της εποχής και παρέδωσε πολυποίκιλο έργο. Θρησκευτικό, κοινωνικό, παιδαγωγικό, ηθικό. Το έργο έχει αναγνωριστεί και όσο ακόμα βρισκόταν εν ζωή από τους αναγνώστες της εποχής αλλά και από την Πανεπιστημιακή κοινότητα.
Ημέρα Εορτασμού: 
09 November
Γεννήθηκε: 
1η Οκτωβρίου 1846
Πέθανε: 
9ης Νοεμβρίου 1920
Γένος: 
Άνδρας
Πολιούχος: 
Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης

Η ζωή του.
Ο Αναστάσιος Κεφαλάς ο Άγιος Νεκτάριος αργότερα μια και το Αναστάσιος ήταν το κοσμικό όνομά του, γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου 1846 στη Σηλυβρία της Ανατολικής τουρκοκρατούμενης Θράκης. Ήταν γιος του Δημοσθένη (Δήμου) και της Βασιλικής (Μπαλού) Κεφαλά, ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά φτωχής οικογένειας, με αρχοντική καταγωγή. Ο πατέρας του καταγώταν από τα Ιωάννινα και ήταν ναυτικός στο επάγγελμα. Η οικογένειά του δυσκολευόταν να συντηρήσει όλα τα μέλη της, ενώ η γενέτειρά του δεν είχε σχολείο μέσης εκπαίδευσης, έτσι πήραν το δρόμο για μια καλύτερη ζωή στην Κωνσταντινούπολη, σε ηλικία 13 ετών.

Η ζωή στη Κωνσταντινούπολη ήταν σκληρή και δύσκολη.Η πρώτη εργασία ήταν σε συσκευαστήριο καπνού, αλλά ο ιδιοκτήτης του φερόταν σκληρά και τον χτυπούσε. Εργαζόταν πολλές ώρες την ημέρα, δεν αμειβόταν καλά και τον χτυπούσαν κιόλας. Ο Αναστάσιος έκανε υπομονή και λόγω της ανάγκης που είχε η οικογένειά του για τα λίγα αυτά χρήματα που του έδινε. Είχε και μιά άλλη στεναχώρια, ήθελε να πάει σχολείο. Την κλίση προς τον Θεό και το Ευαγγέλιο,την έδειχνε από μικρός.
Στο συκευαστήριο καπνού , πάνω σε καπνοσακούλες γράφει μικρές ρήσεις του Ευαγγελίου.

Η κατάσταση άλλαξε όμως όταν ένα έμπορος είδε το ξύλο που του έδινε ο καπνέμπορος και τον πήρε στην δική του δούλεψη. Εκεί τα πράγματα ήταν σαφώς καλύτερα. Τώρα είχε χρόνο και για σχολείο και τα χρήματα ήταν καλύτερα και ο έμπορος ήταν άνθρωπος και δεν τον έβαζε να δουλεύει τόσες ώρες. Άρχισε να εργάζεται στο επιπλοποιείο και στη Κωσταντινούπολη κάθησαν οικογενειακώς 7 χρόνια. Στην ηλικία των 20 ετών φεύγει από την Πόλη, αν και δεν ολοκλήρωσε την μόρφωση του, για να πάει στο Λιθί της Χίου να εργαστεί ως δάσκαλος.
Στη Χίο ήταν από το 1866 μ.Χ. μέχρι το 1876 μ.Χ.ως δάσκαλος στο χωριό Λίθειο.
Μετά από επτά χρόνια, έγινε δόκιμος μοναχός στην «Νέα Μονή», της Χίου, σε ηλικία 27 ετών. Τρία χρόνια αργότερα έγινε μοναχός (στις 7 Νοεμβρίου 1876) και έλαβε το όνομα Λάζαρος, ενώ άρχισε να εργάζεται ως γραμματέας του μοναστηριού. Λίγους μήνες αργότερα (στις 15 Ιανουαρίου 1877) χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο. Κατά την χειροτονία του, ήταν που έλαβε το όνομα Νεκτάριος.
Το 1877 ο Νεκτάριος μετά από προτροπή του Ιωάννη Χωρέμη πήγε στην Αθήνα για να τελειώσει το γυμνάσιο και όταν τις ολοκλήρωσε εστάλη, από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, στην Αλεξάνδρεια. Ο Σωφρόνιος, εντυπωσιάστηκε από τον Νεκτάριο και τον έστειλε στην Αθήνα ξανά, να φοιτήσει στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Νεκτάριος διέπρεψε, και πρώτευσε στο διαγωνισμό σχολικής κοσμητείας στο «Παπαδάκειο κληροδότημα», με αποτέλεσμα να κερδίσει υποτροφία σπουδών στη θεολογική σχολή, κάτι που τον ανακούφισε πολύ,γιατί ο ευεργέτης του Ιωάννης Χωρέμης είχε φύγει από τη ζωή και βρισκόταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση. Αφού έλαβε το πτυχίο του (1885), πάλι ανεχώρησε προς την Αλεξάνδρεια.
Στην Αλεξάνδρεια.
Στα τέλη του 1885 ή αρχές του 1886 επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια έχοντας τελειώσει τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή Αθηνών. Φτάνοντας εκεί έγινε ιεροκήρυκας. Στις 23 Μαρτίου του 1886 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στον Ναό του Αγίου Σάββα από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου έγινε Αρχιμανδρίτη. Εργάστηκε ως γραμματέας του Πατριαρχείου και κατόπιν ως Πατριαρχικός Επίτροπος στο Κάιρο.
Τον Ιανουάριο του 1889 ο Πατριάρχης Σωφρόνιος, διαβλέποντας την αξία του Αγίου και την αγάπη των πιστών, τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Πενταπόλεως. Ο Άγιος ασκούσε τα καθήκοντα του με αγάπη και υποδειγματικό τρόπο. Το ποίμνιό του τον αγαπούσε όλο και περισσότερο. Αυτό δεν άρεσε σε κάποιους στο Πατριαρχικό περιβάλλον και άρχισαν να τον συκοφαντούν.
Ο υπερήλικο Πατριάρχη τους πίστεψε. Αποτέλεσμα; Αφαιρέθηκαν από τον Άγιο Νεκτάριο τα αξιώματά του, και δεν του επιτραπόταν να κινείται στην περιοχή του Καΐρου και στις γύρω κωμοπόλεις. Οι συκοφάντες επέμεναν και στις 11 Ιουλίου του 1890 εξεδόθη από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας «απολυτήριο». Ο Άγιο εγκαταλείψε την Αίγυπτο. Δεν φτάνει που τον απέλυσαν άδικα δεν του έδωσαν και τα χρήματα που του αναλογούσαν για τις υπηρεσίες του.

Ήρθε στην Αθήνα σε πολύ δύσκολη θέση. Δουλειά δεν μπορούσε να βρεί εξ αιτίας των κατηγοριών και χρήματα δεν υπήρχαν.
Τελικά ο Άγιος Νεκτάριος διορίστηκε ιεροκήρυκας χάρη στη βοήθεια ενός ανθρώπου,του Μελά, ο οποίος ήταν μέλος της κυβέρνησης και τον είχε γνωρίσει στην Αλεξάνδρεια. Διορίστηκε εν τέλει ιεροκήρυκας στη Χαλκίδα. Η φήμη όμως τον ακολουθούσε ακόμα. Πέρασε δύσκολες στιγμές από την μεγάλη καχυποψία σε βάρος του, από τις κατηγορίες που τον ακολουθούσαν. Οι άνθρωποι από την Αθήνα αλλά και ντόπιοι να τον αποδοκίμαζαν στις ομιλίες του, στιγματίζοντας τον.

Αλλά το ήθος του, η ευσέβεια του, αλλά και οι πράξεις του, έκαναν τους ανθρώπους σιγά σιγά να τον αγαπά σαν πατέρα και την φήμη του να εξαπλώνεται συνεχώς. Μετά από λίγο καιρό, στην Αθήνα, αποφασίστηκε ο Άγιος Νεκτάριος να διοριστεί διευθυντής της Ριζαρείου σχολής, και έγινε τον Μάρτιο του 1894.
Στην διεύθυνση της Ριζαρείου έμεινε για 14 ολόκληρα χρόνια. Εδωσε νέα πνοή στο ίδρυμα και βοήθησε στην εκπαίδευση και την ανάδειξη πλήθους κληρικών και επιστημόνων.
Δεν υπήρχαν μόνο τα καθήκοντα του διευθυντού της Ριζαρείου, ανέλαβε και φιλανθρωπική δράση σε πνευματικό και υλικό επίπεδο. Η έντονη σωματική και πνευματική δράση εκείνων των ετών, κλώνισαν την υγεία του Αγίου, ο οποίος αρρώσταινε όλο και πιο συχνά. Δεν είχε ξεχάσει τον μοναστικό βίο και ζήτησε από την Νέα Μονή Χίου το απολυτήριο του, ώστε να μπορέσει να μονάσει όπου ήθελε. Το απολυτήριο εστάλη από την Νέα Μονή στον Άγιο Νεκτάριο στις 24 Νοεμβρίου του 1900.
Στην Αίγινα.
Κάποια στιγμή της ζωής του ο Άγιος γνωρίστηκε με την Χρυσάνθη Στρογγυλού (μετέπειτα Ηγουμένη Ξένη), μια τυφλή και ευσεβή γυναίκα.Τότε μπήκε το πρώτο λιθαράκι για την δημιουργία της μονής στην Αίγινα. Η Χρυσάνθη και μερικές ακόμα γυναίκες ήθελαν να μονάσουν και αναζητούσαν ένα πνευματικό οδηγό, τον οποίο βρήκαν στο πρόσωπο του Αγίου Νεκταρίου. Με την συμβουλή του άρχισαν να αναζητούν τόπο για την δημιουργία ενός μοναστηριού,και βρήκαν μια ερειπωμένη μονή -αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή και διαλυμένη από το 1834 με διάταγμα των Βαυαρών- στην Αίγινα. Άρχισαν τις εργασίες το 1904 και η μονή θα ήταν αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα. Ο Άγιος από την Αθήνα καθοδηγούσε τις μοναχές και όποτε έβρισκε χρόνο επισκεπτόταν την μονή. Εκεί θα πέρναγε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Ήθελε την επίσημη αναγνώριση της Μονής από την Εκκλησία της Ελλάδος. Αναγνώριση που τελικά έγινε τέσσερα χρόνια μετά την κοίμηση του, και ανακοινώθηκε στις μοναχές με επιστολή του Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου, στις 15 Μαΐου του 1924.
Το σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκε στην Αίγινα και από το λιμάνι μέχρι την Μονή το μετέφεραν στα χέρια τους οι πιστοί.
Όλο το νησί έεκλαιγε μα περισσότερο απ' όλους οι μοναχές που έχασαν τον Πατέρα και Οδηγό τους. Το ιερό του σκήνωμα ήδη είχε αρχίσει να αναδίδει ευωδία. Η ταφή του, έγινε στο προαύλιο της Μονής δίπλα στο αγαπημένο του πεύκο.

Ιερά Λείψανα: 

Μετά την κοίμηση του και αφού πέρασαν 32 χρόνια, έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1953, από τον Μητροπολίτη Προκόπιο.

Υμνολογία

Απολυτίκιο: 

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ, ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπὰς τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυματώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιο: 

Ἦχος πλ. δ’. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ὀρθοδοξίας τὸν ἀστέρα τὸν νεόφωτον, καὶ Ἐκκλησίας τὸ νεόδμητον προτείχισμα Ἀνυμνήσωμεν καρδίας ἐν εὐφροσύνῃ. Δοξασθεὶς γὰρ ἐνεργείᾳ τῇ τοῦ Πνεύματος. Ἰαμάτων ἀναβλύζει χάριν ἄφθονον τοῖς κραυγάζουσι· χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.

Κάθισμα: 

Ἦχος α’. Τὸν ταφον σου Σωτὴρ.
Ὡς ἥλιος λαμπρός, ἐν ἐσχάτοις τοῖς χρόνοις, ἀνέτειλας ἡμῖν, τῇ ὁσίᾳ ζωῇ σου, Νεκτάριε Ὅσιε, καὶ πρὸς δόξαν καὶ αἴνεσιν, πάντας ἤγειρας, Χριστοῦ τοῦ πάντων Δεσπότου, τοῦ σὲ δείξαντος, δεδοξασμένον σε Πάτερ, θαυμάτων δυνάμεσι.

Ὁ Οἶκος: 

Ἄνθρωπος οὐρανόφρων, ἀνεδείχθης ἐν κόσμῳ, Νεκτάριε Χριστοῦ Ἱεράρχα· ζωὴν γὰρ ὁσίαν διελθών, ἀκέραιος ὅσιος καὶ θεόληπτος, ἐν πᾶσιν ἐχρημάτισας· ἐντεῦθεν παρ' ἡμῶν ἀκούεις.

Χαῖρε δι' οὗ οἱ πιστοὶ ὑψοῦνται,
χαῖρε δι' οὗ ἐχθροὶ θαμβοῦνται.
Χαῖρε τῶν Ὁσίων Πατέρων ἐφάμιλλος,
χαῖρε Ὀρθοδόξων ὁ θεῖος διδάσκαλος.
Χαῖρε οἶκος ἁγιώτατος ἐνεργείας θεϊκῆς,
χαῖρε βίβλος θεοτύπωτος πολιτείας τῆς καινῆς.
Χαῖρε ὅτι ἀρτίως ἡμιλλήθης Ἁγίοις,
χαῖρε ὅτι ἐμφρόνως ἐχωρίσθης τῆς ὕλης.
Χαῖρε λαμπρὸν τῆς Πίστεως τρόπαιον,
χαῖρε σεπτὸν τῆς χάριτος ὄργανον.
Χαῖρε δι' οὗ Ἐκκλησία χορεύει,
χαῖρε δι' οὗ νῆσος Αἴγινα χαίρει.
Χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.